Τη γλώσσα μού έδωσαν ελληνική·

ελληνική γλώσσα έλληνες εξωτερικού δεύτερης γενιάς ελβετία expats

Πόσα θεωρούμε δεδομένα, αυταπόδεικτα, ζώντας στη χώρα που γεννηθήκαμε εμείς και οι γονείς μας και πιθανότατα και οι γονείς τους! Κάθε Έλληνας μιλά ελληνικά. Ίσως όχι ιδανικά, αλλά τα μιλά. Είσαι όμως Έλληνας αν δεν μιλάς τη γλώσσα; Αν είσαι για παράδειγμα ένας Νικόλαος Παπαδόπουλος, μεγαλωμένος από Έλληνα πατέρα και Γαλλίδα μητέρα στο Στρασβούργο, και τα ελληνικά σου περιορίζονται σε ένα "καλημέρα" και ένα "τι κάνεις"; Είναι ένα πολύ ευαίσθητο θέμα για εμάς του Έλληνες του εξωτερικού. Κάτι που θίγουμε πολύ συχνά με τους φίλους εδώ στην Ελβετία, Έλληνες και μη, και η αλήθεια είναι, ότι η γκάμα των απόψεων είναι ευρεία.

Σε μια πρόσφατη επίσκεψή μου σε ένα οδοντριατρικό κέντρο εδώ στη Λωζάνη, μία φίλη Ισπανίδα που είναι πελάτισσα με προέτρεψε να κλείσω ραντεβού με τον Nicolas. Κλείνω λοιπόν και εγώ θεωρώντας ότι πρόκειται πιθανότατα για κάποιον Ελβετό ή Γάλλο. Όταν μου ήρθε όμως η επιβεβαίωση του ραντεβού μέσω email, βλέπω ένα επίθετο ελληνικότατο, τύπου Παπαδόπουλος (για να μην βάλω το αληθινό και εκθέσω τον γλυκύτατο Nico). Ε, Έλληνας λέω από μέσα μου και χαμογελώ. Φτάνει η ώρα του ραντεβού, καταφτάνει ένας ξανθός νεαρός, με καταγάλανα μάτια και σγουρά - φουντωτά μαλλιά, σαν μοντέλο της Αναγέννησης. Ξεκινώ με τα τυπικά στα γαλλικά και μπαίνω κατευθείαν στο θέμα: "Etes-vous grec?". "Oui!" μου απαντά! Το γυρίζω λοιπόν στα ελληνικά και τον ρωτώ αν μιλά ελληνικά. Και δεν μιλούσε, παρά μόνο λίγες, σπαστές λέξεις. To make a long story short, ο μπαμπάς του Έλληνας μεταφέρθηκε νέος στη Γαλλία, η μαμά του Γαλλίδα, εκείνος μεγαλωμένος στο Στρασβούργο, επισκεπτόταν τους παππούδες στην Ελλάδα τα καλοκαίρια αλλά έχει να πάει πλέον χρόνια και τα λίγα ελληνικά που ήξερε τα έχει πια ξεχάσει. Στην ερώτηση όμως αν είναι Έλληνας μου απάντησε αμέσως "ναι", με ένα πλατύ χαμόγελο. Και από τη μία, αισθάνθηκα τόσο όμορφα που νιώθει Έλληνας παρόλο που δεν μιλά τη γλώσσα, αλλά από την άλλη στεναχωρήθηκα. Γιατί ένιωσα σαν να βλέπω μία εκδοχή του Στεφανάκου στα 30 του. Και αγχώθηκα μήπως και ο Στέφανος με τα χρόνια, χάσει αυτήν την οικειότητα με την ελληνική γλώσσα και την ελληνικότητα γενικότερα. Γιατί δυστυχώς το βλέπουμε πολύ συχνά σε παιδιά δεύτερης γενιάς, Έλληνες και μη. Ακόμα και αν οι δύο γονείς προέρχονται από την ίδια χώρα και μιλούν την ίδια (γονεϊκή τους) γλώσσα στο σπίτι, τα παιδιά συχνά την απορρίπτουν, την ξεχνούν, την παραμελούν. Με την Πορτογαλέζα μαμά ενός συμμαθητή του Στέφανου είχαμε αυτήν τη συζήτηση πρόσφατα καθώς ο μικρός της ετών 6 δε μιλά πλέον καθόλου πορτογαλικά, ενώ καταλαβαίνει, παρόλο που είναι και οι δύο του γονείς Πορτογάλοι, επισκέπτονται τη χώρα κάθε χρόνο και υπάρχει μεγάλη Πορτογαλική κοινότητα στην Ελβετία.

"Τη γλώσσα μού έδωσαν ελληνική·
το σπίτι φτωχικό στις αμμουδιές του Ομήρου.
Μονάχη έγνοια η γλώσσα μου στις αμμουδιές του Ομήρου."

Οδυσσέας Ελύτης 

Είναι γεγονός ότι δεν επιθυμούν όλοι οι γονείς το ίδιο για τα παιδιά τους. Ξέρω γονείς για τους οποίους η εκμάθηση της γονεϊκής γλώσσας δεν είναι προτεραιότητα, κάποιες φορές δεν είναι καν επιθυμία. Μετά τη γλώσσα της χώρας όπου ζουν, θέτουν άλλες, δημοφιλείς γλώσσες (γαλλικά, αγγλικά, ισπανικά κτλ) ως προτεραιότητα, κατεβάζοντας στην κατάταξη την ίσως όχι τόσο δημοφιλή γονεϊκή γλώσσα (ελληνικά, πορτογαλικά, ρουμάνικα κτλ). Όταν όμως αυτές οι "δημοφιλείς" γλώσσες δεν είναι δικές σου, τότε οι συνέπειες στο παιδί είναι ποικιλόμορφες.

Δεν θυμάμαι αν σας είχα αναφέρει ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον σεμινάριο που είχα παρακολουθήσει σχετικά με τα multi-lingual παιδιά. Εκεί λοιπόν η ειδικός εξηγούσε τη σπουδαιότητα της γονεϊκής (δεν την λέμε πια μητρική καθώς μπορεί να είναι είτε του μπαμπά είτε της μαμάς είτε όποιου είναι ο κύριος φροντιστής, οπότε είναι ή γονεϊκή ή "σπιτική") γλώσσας. Πώς δηλαδή αυτή δεν μπορεί να αντικατασταθεί από καμία. Μα καμία. Γιατί είναι η γλώσσα της συναισθηματικής και νοητικής ανάπτυξης. Είναι η γλώσσα της καρδιάς και ναι, έχει, ή θα έπρεπε να έχει προτεραιότητα. Μετά από αυτήν, θα έπρεπε να ακολουθεί η γλώσσα του σχολείου, μετά της κοινότητας / χώρας (αν διαφέρει από αυτή του σχολείου) και στο τέλος οι επιπλέον, ξένες γλώσσες.

"The level of development of children's mother tongue is a strong predictor of their second language development"

Cummins, 2001. 

Με όλα αυτά τα δεδομένα, έχουμε επιλέξει και εμείς να μιλάμε μόνο ελληνικά στον Στέφανο. Ναι, θα ήταν πολύ πιο "χρήσιμο" (εντός πολλών εισαγωγικών) αν του μιλούσαμε αγγλικά καθώς με αυτήν τη γλώσσα εργαζόμαστε, με αυτήν επικοινωνούμε με όλους τους μη-Έλληνες φίλους μας (και είναι πολλοί), με αυτήν ταξιδεύουμε και ναι, είναι η δημοφιλέστερη γλώσσα του κόσμου. Και ναι, δεν είναι εύκολο να μένεις πιστός στη γλώσσα σου όταν ο Στέφανος είναι για παράδειγμα ένα από τα δύο Ελληνάκια ολόκληρου του σχολείου. Και ναι, ίσως την απορρίψει στην πορεία ή την αμελήσει αλλά τουλάχιστον εμείς κάναμε την προσπάθειά μας και προς το παρόν την αγαπά πολύ! Θα ήταν πιο εύκολο σε τόσα επίπεδα αν του μιλούσαμε αγγλικά αλλά αυτή δεν είναι η δική μας γλώσσα. Δεν είναι η γλώσσα που γράφω σε αυτό το blog (πόσο περισσότερο κοινό θα είχα αν έγραφα στα αγγλικά;). Δεν είναι η γλώσσα που σκέφτομαι. Δεν είναι η γλώσσα της καρδιάς μου. Ναι, τα ελληνικά είναι μια γλώσσα που ομιλούν λίγοι αλλά αυτοί οι λίγοι είναι οι κοντινότεροί μας άνθρωποι. Οι οικογένειές μας. Και αυτή είναι η γλώσσα που μας μιλά διαφορετικά. Αντηχεί αλλιώς. Ξυπνά μνήμες και συναισθήματα. 

Θαυμάζω τόσο πολύ τους πολύγλωσσους φίλους και γνωστούς μας. Και ναι, εύχομαι ο Στέφανος να μεγαλώσει και να είναι και αυτός ένας. Μακάρι. 

ανδριάνα


ΥΓ. Και ενώ σας τα έγραφα αυτά, σαν να το μυρίστηκε ο Στεφανάκος και ένα βράδυ μου λέει "Μαμά, θα σου διαβάσω εγώ σήμερα ένα βιβλίο". Διαλέγει λοιπόν ένα με τους Μύθους του Αισώπου, καθόμαστε στον καναπέ και αρχίζει να συλλαβίζει. Ο γλυκός μου!

Σχόλια